- βασκανία
- Η επιβλαβής επήρεια που μπορούν να ασκήσουν ορισμένα άτομα πάνω σε άλλα, είτε με το βλέμμα τους είτε με παράδοξο μορφασμό του προσώπου τους.
Η πίστη στη β. είναι πανάρχαια και τη συναντούμε όχι μόνο σε πρωτόγονους λαούς αλλά και σε λαούς με ανεπτυγμένο πολιτισμό. Ήταν διαδεδομένη στους αρχαίους Έλληνες και στους Ρωμαίους, όπως επίσης στους Εβραίους, στους Άραβες, στους Σλάβους, στους Ινδούς, στους Μαλαίσιους, στους Πολυνήσιους και στους τσιγγάνους. Από τους αρχαίους συγγραφείς, εκείνοι βασικά που εξέτασαν το παράξενο φαινόμενο της β. ήταν ο Δημόκριτος, ο Αριστοτέλης, ο Ηλιόδωρος και ο Πλούταρχος, ο οποίος μάλιστα προτείνει την εξής ερμηνεία: «Πολυκίνητος γαρ η όψις ούσα, μετά πνεύματος αυγήν αφιέντος πυρώδη, θαυμαστήν τινα διασπείρει δύναμιν, ώστε πολλά και πάσχειν και ποιείν δι’ αυτής τον άνθρωπον». Στην Παλαιά Διαθήκη γίνεται σποραδικά αναφορά στη β. (Παροιμ. ΚΓ’ 6, KH’ 22, Σοφ. Σειρ. ΙΔ’ 3), ενώ στην Καινή Διαθήκη μόνο μία φορά, στην επιστολή προς Γαλάτες, όπου ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί το ρήμα βασκαίνω («Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάν εβάσκανεν...»). Στο πλαίσιο της χριστιανικής παράδοσης, η β. αποτελεί συχνά αντικείμενο εξέτασης και είναι αξιοσημείωτο ότι οι εκκλησιαστικοί Πατέρες όχι μόνο δεν αμφισβητούν την ύπαρξή της, αλλά και τη θεωρούν εκδήλωση και έργο του διαβόλου. Σύμφωνα με τη λαϊκή πίστη, τη δύναμη του κακού συμβαίνει να την έχουν, εκτός από τους δαίμονες, τους μάγους και τις μάγισσες, ορισμένοι άνθρωποι (π.χ. έγκυες γυναίκες) και ζώα, που μπορούν να προκαλέσουν ολέθρια βλάβη με το βλέμμα τους σε άλλους ανθρώπους, ζώα, ακόμα και αντικείμενα. Η απαλλαγή από τη β. γίνεται με την προσφυγή σε διάφορα προφυλακτικά μέτρα, όπως είναι μια σειρά ειδικών χειρονομιών, το φτύσιμο στο πρόσωπο, τα φυλακτά που αποτρέπουν το κακό, λογής-λογής ξόρκια κ.ά.
Από ψυχολογική άποψη, το φαινόμενο της β. αποδίδεται στην κατάσταση της αυθυποβολής –στην οποία μπορεί να πέσει ένα άτομο εξαιτίας υπερβολικής συγκίνησης– και τις περισσότερες φορές προκαλείται από έμμονη φοβία.
* * *η (AM βασκανία) [βάσκανος]βλαπτική επίδραση που δέχονται πρόσωπα, ζώα ή αντικείμενα από εξωτερική ενέργεια, η οποία προέρχεται από κάποιο πρόσωπο που πιστεύεται ότι έχει έμφυτη προδιάθεση γι' αυτόαρχ.κακολογία, φθόνος.
Dictionary of Greek. 2013.